Ο προληπτικός εμβολιασμός, σε αντίθεση με τον θεραπευτικό, ο οποίος χρησιμοποιείται για ορισμένα είδη καρκίνων, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις της ιατρικής επιστήμης.

Στοχεύει στην ανάπτυξη ανοσοκυττάρων «μνήμης», ικανών να αναγνωρίσουν αμέσως τον αντίστοιχο παθογόνο οργανισμό, από τη στιγμή που εκείνος θα μολύνει το άτομο.

Ας δούμε ορισμένους όρους συχνούς για τα εμβόλια...

Τα Εμβόλια από το Α έως το Ω.

Αλλεργία στα αυγά

Η παρασκευή ορισμένων εμβολίων (γρίπης, κίτρινου πυρετού, εγκεφαλίτιδας από τσιμπούρια κ.λπ.) μπορεί να περιλαμβάνει ένα στάδιο καλλιέργειας σε αυγά κοτόπουλου.

Τα εμβόλια αυτά, περιέχουν ίχνη πρωτεΐνης αυγού και ως εκ τούτου η χρήση τους, αντενδείκνυται σε άτομα με ιστορικό σοβαρής αλλεργίας στην κατανάλωση αυγών, γεγονός που ωστόσο είναι πολύ σπάνιο.

Σε περίπτωση που κάποιος είναι αλλεργικός στα αυγά και ο εμβολιασμός του είναι απαραίτητος, αυτός θα πρέπει να πραγματοποιηθεί στον χώρο του νοσοκομείου, σύμφωνα με μια ειδική μέθοδο γνωστή ως «συνηθισμένη» που περιλαμβάνει τη χορήγηση του υπό επίβλεψη και με επαναλαμβανόμενες, σταδιακά αυξανόμενες δόσεις του.

Αδρανοποιημένο

Τα αδρανοποιημένα ή αδρανή εμβόλια, είναι αυτά που έχουν χάσει πλέον τη μολυσματικότητα τους, μέσω μιας φυσικοχημικής διαδικασίας που έχει εφαρμοστεί (θερμότητα, φορμόλη κ.λπ.).

Μεταξύ των αδρανοποιημένων εμβολίων διακρίνουμε τις εξής κατηγορίες:

Εμβόλια ολόκληρων ιικών κυττάρων, εμβόλια κεκαθαρμένης πρωτεϊνικής υπομονάδας του ιού (ανοσογόνα πριν από 2 χρόνια), εμβόλια πολυσακχαριδικά (συζευγμένα ή όχι), εμβόλια ανασυνδυασμένης πρωτεΐνης, εμβόλια ιικού φορέα και εμβόλια αγγελιοφόρου RNA.

Ανασυνδυασμένο

Μια δυνητικά ανασυνδυασμένη πρωτεΐνη μπορεί να παραχθεί από πολλούς τύπους κυτταρικών συστημάτων:

Βακτήρια, ζύμες, θηλαστικά, φυτικά κύτταρα ή κύτταρα εντόμων, των οποίων το γενετικό υλικό έχει τροποποιηθεί ώστε να παράγει μία ή περισσότερες πρωτεΐνες που συγκεντρώνονται σε σωματίδια που μοιάζουν με τον ιό.

Αντενδείξεις

Η πιο συχνή αντένδειξη των εμβολίων, είναι μια προσωρινή οξεία ασθένεια, που εκδηλώνεται κυρίως με πυρετό.

Μια σοβαρή αλλεργία σε ένα από τα συστατικά του εμβολίου ή μια σοβαρή αλλεργική αντίδραση που έχει συμβεί και κατά την προηγούμενη δόση του ίδιου εμβολίου, αποτελούν σπάνιες περιπτώσεις αντενδείξεων.

Σε αυτές πρέπει να προστεθεί επίσης, και η ύπαρξη ανοσο-ανεπάρκειας, για ορισμένα «ζωντανά» εμβόλια.

Αντισώματα

Τα αντισώματα παράγονται από τα κύτταρα του πλάσματος.

Προκύπτουν από την ενεργοποίηση των Β- λεμφοκυττάρων, ύστερα από διαδοχικές κυτταρικές αντιδράσεις προκαλούμενες από την αντιγονική διέγερση.

Παρότι ορισμένα αντιγόνα έχουν την ικανότητα να ενεργοποιούν άμεσα τα Β- λεμφοκύτταρα, όπως τα πνευμονιοκοκκικά πολυσακχαριτικά αντιγόνα, τα περισσότερα και ειδικά τα πρωτεϊνικά, πυροδοτούν μια πιο πολύπλοκη διαδικασία ανοσοαπόκρισης, η οποία περιλαμβάνει και τα Τ- βοηθητικά λεμφοκύτταρα, για την παραγωγή αντισωμάτων.

Ανοσοκαταστολή

Η ύπαρξη ανοσοκαταστολής, ανεξάρτητα από την αιτία (έμφυτη ή επίκτητη), δεν συνιστά τη χρήση «ζωντανών» εμβολίων, τα οποία στην περίπτωση αυτή μπορεί να οδηγήσουν σε μολυσματική νόσο μετά τη χορήγησή τους.

Σχετικά με τη χορήγηση άλλων τύπων εμβολίων, ενδέχεται να απαιτούνται ειδικά προγράμματα εμβολιασμού.

Η κατάσταση της υγείας των ατόμων αυτών, δικαιολογεί επίσης ορισμένους ειδικούς εμβολιασμούς, ιδίως κατά των διεισδυτικών πνευμονιοκοκκικών λοιμώξεων και της εποχικής γρίπης.

Ας θυμηθούμε εν προκειμένω ότι ο εμβολιασμός κατά της γρίπης συνιστάται σε έγκυες γυναίκες, ανεξάρτητα από το στάδιο της εγκυμοσύνης.

Εγκυμοσύνη

Τα απενεργοποιημένα εμβόλια δεν αποτελούν κίνδυνο για το έμβρυο.

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν συνίσταται η χορήγηση ζωντανών εξασθενημένων εμβολίων, αν και πολλές μελέτες έχουν αποδείξει την απουσία συνεπειών για το έμβρυο και πως ο κίνδυνος επομένως, φαίνεται περισσότερο θεωρητικός παρά πραγματικός.

Ωστόσο, ως προφύλαξη, απαραίτητο είναι να διασφαλιστεί η απουσία εγκυμοσύνης πριν από τη λήψη του εμβολίου ερυθράς ( MMR) ή ανεμοβλογιάς.

Ωστόσο, ένας τέτοιος εμβολιασμός που πραγματοποιείται κατά λάθος σε έγκυο γυναίκα, δεν δικαιολογεί διακοπή της εγκυμοσύνης.

Ας θυμηθούμε εν προκειμένω ότι ο εμβολιασμός κατά της γρίπης συνιστάται σε έγκυες γυναίκες, ανεξάρτητα από το στάδιο της εγκυμοσύνης.

Ζωντανά

Τα λεγόμενα «ζωντανά» εμβόλια περιέχουν μολυσματικούς ιούς που έχουν χάσει την παθογονικότητά τους (λέγεται πως έχουν εξασθενήσει).

Προκαλούν λοίμωξη αλλά όχι φυσικά την ασθένεια. Παράγονται σε κυτταρικές καλλιέργειες με διαδοχικές διόδους, επιτρέποντας έτσι την επιλογή μη παθογόνων μεταλλάξεων.

Τα «ζωντανά» εξασθενημένα εμβόλια, θεωρούνται πολύ αποτελεσματικά προκαλώντας τη διέγερση του ανοσοποιητικού ακόμη και σε χαμηλές δόσεις.

Στην περίπτωση των εμβολίων αυτών, δεν χρειάζονται πολλές υπενθυμιστικές δόσεις.

Το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο από αυτά, είναι το εμβόλιο MMR (ιλαρά, παρωτίτιδα, ερυθρά).

Ένα άλλο παράδειγμα επίσης, είναι και το εμβόλιο του κίτρινου πυρετού.

Ηλικία

Αν και το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου είναι λειτουργικό από τη γέννηση του, ωστόσο υπάρχουν διαφορές στην ανοσολογική απόκριση ανά ηλικία, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε πολύ μικρά παιδιά ή ηλικιωμένους.

Η μετάδοση μητρικών αντισωμάτων μπορεί να έχει ανασταλτική επίδραση στην απόκριση ενός εμβολίου στα βρέφη (το πρόγραμμα των εμβολιασμών φυσικά λαμβάνει υπόψη το γεγονός αυτό).

Ακόμη, τα λεμφοκύτταρά τους είναι ως επί το πλείστο ανώριμα.

Σε ό,τι αφορά τους ηλικιωμένους, η μειωμένη ανοσοαπόκριση είναι η αιτία της συχνής μείωσης της αποτελεσματικότητας του εμβολίου.

Ιικός φορέας

Το εμβόλιο ιικού φορέα λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς μηχανισμό δράσης των εμβολίων RNA messenger και των εμβολίων DNA.

Η αλληλουχία που κωδικοποιεί τις ιικές πρωτεΐνες στην περίπτωση αυτή, παραδίδει στο κύτταρο έναν τροποποιημένο ιό.

Οι ιικές πρωτεΐνες επιλέγονται από ιούς ώστε να μην μολύνουν το ανθρώπινο είδος, προκειμένου να αποφευχθεί η αδρανοποίησή τους από εξουδετερωτικά αντισώματα.

Οι ιικοί φορείς (αρχικά αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της γενετικής μηχανικής), συνήθως ενσωματώνουν έναν αδενοϊό, ιδιαίτερα μη αντιγραφικό (αυτό συμβαίνει με το αντι-Covid-19 εμβόλιο από την AstraZeneca), του οποίου το DNA δεν ενσωματώνεται στο γονιδίωμα και δεν αναπαράγεται κατά τη διαίρεση των κυττάρων.

Άλλες ιογενείς πλατφόρμες βρίσκονται επίσης σε εξέλιξη, χρησιμοποιώντας ιούς ιλαράς ή ευλογιάς των καναρινιών (canarypox).

Το εμβόλιο ιικού φορέα λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς μηχανισμό δράσης των εμβολίων RNA messenger και των εμβολίων DNA.

Messenger RNA

Ένα εμβόλιο messenger RNA, περιέχει νανοσωματίδια λιπιδίων (είδη λιποσωμάτων) τα οποία φέρουν το mRNA (τροποποιημένο νουκλεοτίδιο) το οποίο κωδικοποιεί ένα τμήμα της γενετικής πληροφορίας του ιού.

Αυτά απορροφώνται από τα κύτταρα για να διασφαλίσουν τη σύνθεση της ιικής πρωτεΐνης η οποία στη συνέχεια προκαλεί ισχυρή διέγερση (σε χαμηλές δόσεις και χωρίς ανοσοενισχυτικό) του ανοσοποιητικού συστήματος (τόσο χυμική όσο και κυτταρική απόκριση).

Το αγγελιαφόρο RNA στη συνέχεια αποικοδομείται γρήγορα μέσω φυσιολογικών κυτταρικών διεργασιών χωρίς να εισέρχεται στους πυρήνες των κυττάρων του οργανισμού.

Μονοσθενή, πολυσθενή, συνδυασμένα

Τα μονοσθενή εμβόλια προκαλούν ανοσοποίηση εναντίον ενός παθογόνου, σε αντίθεση με τα πολυσθενή τα οποία ανοσοποιούν έναντι πολλών υποτύπων του ίδιου ιού ή βακτηριδίου (π.χ. πνευμονιόκοκκου).

Σε ό,τι αφορά τα συνδυασμένα εμβόλια, συγκεντρώνουν στην ίδια σύνθεση αρκετά εμβόλια τα οποία κατευθύνονται κατά διαφορετικών παθολογιών.

Παρενέργειες

Οι πιο συνηθισμένες εμφανίζονται αλλά και εξαλείφονται γρήγορα μέσα σε λίγα λεπτά έως ώρες μετά τη χορήγηση, όπως για παράδειγμα:

Ερυθρότητα ή πόνος στο σημείο της ένεσης, μέτριος πυρετός, πονοκέφαλος και μυϊκοί πόνοι.

Η ιατρική συμβουλή είναι απαραίτητη για ορισμένα συμπτώματα όπως:

Υψηλός πυρετός (πάνω από 39 ° C), δερματικό εξάνθημα και έντονη τοπική φλεγμονώδης αντίδραση με πόνους.

Πολύ σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες.

Πρόσθετο ανοσοενισχυτικό

Χωρίς πρόσθετο ανοσοενισχυτικό, πολλά αντιγόνα έχουν μικρή ή και καθόλου ανοσογονικότητα.

Τα άλατα αργιλίου για παράδειγμα, είναι γνωστό πως προκαλούν καλές αποκρίσεις χυμικής ανοσίας, ενώ προκαλούν μικρές ή καθόλου κυτταρικές ανοσοαποκρίσεις.

Μεγάλο μέρος της προόδου στην πρόκληση κυτταρικών αποκρίσεων, οφείλεται στην ανάπτυξη νέων ανοσοενισχυτικών που έχουν καταστήσει δυνατή την επίτευξη καλύτερων ανοσοαποκρίσεων.

Τα ανοσοενισχυτικά μπορούν να ενσωματωθούν σε ένα σκεύασμα εμβολίου για διαφόρους λόγους, όπως:

Να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο προστατευτικών αντισωμάτων, να ενισχυθεί η ανοσογονικότητα του εμβολίου με την προώθηση της φλεγμονώδους αντίδρασης, να εξασφαλιστεί πιο μακροχρόνια ανοσία, να χορηγηθεί μικρότερη ποσότητα αντιγόνου/ων (που καθιστά δυνατή την παρασκευή μεγαλύτερης ποσότητας εμβολίων από τον ίδιο όγκο παραγωγής).

Συζευγμένο εμβόλιο

Τα συζευγμένα εμβόλια προκύπτουν από τη σύζευξη ενός καψικού πολυσακχαριδικού αντιγόνου με μια πρωτεΐνη φορέα (συγκεκριμένα την αποτοξινωμένη τοξίνη τετάνου: «γενικό Τ ανοσογόνο») για μια πιο έντονη και διαρκή απόκριση.

Η προσέγγιση αυτή, επιτρέπει επίσης τον εμβολιασμό παιδιών κάτω των 2 ετών. Αυτό ισχύει ιδίως για τα εμβόλια Hæmophilus influenzae b, pneumococci και το τετραδύναμο meningococcus A, C, Y, W.

 


Υπομονάδες

Τα εμβόλια υπομονάδας αποτελούνται από απομονωμένα και κεκαθαρμένα αντιγόνα ικανά να προκαλέσουν προστατευτική απόκριση.

Ανάλογα με την περίπτωση, αυτά μπορεί να είναι επιφανειακά αντιγόνα (ή κατακερματισμένα ιοσωμάτια), «αποτοξινωμένες» τοξίνες ή ακόμη και πολυσακχαριδικά καψικά αντιγόνα (π.χ.: πολυσακαχριδικές κάψουλες πνευμονόκοκκου).

Πηγή

www.PharmaManage.gr